Unlust - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Unlust - translation to Αγγλικά


Unlust      
n. reluctance, unwillingness, hesitance, averseness, disinclination
being lazy      
faul sein, träge sein (Faulheit, Trägheit, Unlust, Unwilligkeit, Unwillen, Faulenzerei)

Ορισμός

Unlust
·noun Listlessness; disinclination.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Unlust
1. Das verursacht wachsende Unlust, die von uns geforderten Reformen voranzutreiben.
2. Das einzige, was die verschiedenen Fraktionen teilen, ist die Unlust zu lernen.
3. Beobachter machten für die geringe Beteiligung auch eine allgemeine Politik–Unlust sowie den komplizierten Charakter des Referendums verantwortlich.
4. Den Keller entrümpeln, endlich mit dem Rauchen aufhören – insbesondere Dinge, die mit Unlust verbunden sind, werden gerne auf später vertagt.
5. Die Union hätte das Recht auf das Amt des Vorsitzenden, läßt aber schon ihre Unlust erkennen, die Sache der kleinen Opposition voranzutreiben.